ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΣ ΣΑΒΒΟΠΟΥΛΟ

Γράφει: Α.Β. καὶ Δ.Τ.

(Δημοσίευση: 10 Ἰουλίου 2007)



Αλλιώτικο μάς πρόκυψε ένα σαββατόβραδο. Δυο απ' την παρέα θέλησαμε να «εκτεθούμε» παρουσιάζοντας τον στιχουργό Σαββόπουλο. Η βραδιά πέρασε καλά. Τη νοιώσαμε να τρέπεται σε ψυχ-αγωγία (κι έτσι, να τέρπεται), βιώσαμε δηλαδή την έκφραση και τον προβληματισμό ταυτόχρονα: ακούσαμε το τραγούδι. Θέλησα λοιπόν να την αποτυπώσω, όσο είναι μπορετό, στο χαρτί. Να την κάνω μέρος ενός ευρύτερου διαλόγου. Να τη θέσω υπόψη σας, φίλοι αναγνώστες του Φυλλομάντη.

Μικρή εισαγωγή

Έχει ειπωθεί ότι η αιχμή του πολιτισμού μας είναι το τραγούδι γιατί περιγράφει καταστάσεις, εκφράζει φρονήματα και αισθήματα και ανοίγει δρόμους, όπως άλλωστε οφείλει η τέχνη να κάνει πολύ πριν από τους τεχνικούς είτε της πολιτικής είτε της επιστήμης.

Το τραγούδι σαν μουσικό είδος έχει δυο βασικά χαρακτηριστικά: το ένα ότι είναι σύντομο και εύληπτο - είναι δηλαδή κατεξοχήν για πολλούς και για πολλά πράγματα και περιστάσεις- είναι ένα λαϊκό μουσικό είδος. Το δεύτερο χαρακτηριστικό του είναι ότι στηρίζεται στο στίχο. Υπάρχει η μουσική ως επένδυση, η οποία οφείλει να είναι ελκυστική, αλλά το κέντρο είναι ο στίχος, από τον οποίο εμπνέεται και τον οποίο υποστηρίζει.

Δυο λόγια τώρα για το στίχο. Η μουσική ξεσηκώνεται και ξεσηκώνει από το στίχο. Το βλέπουμε στα δημοτικά, στα γνήσια λαϊκά, στην περιγραφή, στην έκφραση και στην ελπίδα,. Το βλέπουμε και μπορούμε να το αφουγκραστούμε από τους ίδιους τους δημιουργούς. Ο Άκης Πάνου το έχει πει, ότι το θέμα είναι ο στίχος. Βλέπουμε τον Μικρούτσικο και άλλους να δίνουν μεγάλο βάρος στο στίχο. Μπορούμε να το δούμε απ' το ότι τα τραγούδια που αγαπήθηκαν σε διάρκεια είναι αυτά με πολύ καλό στίχο. Μπορούμε να το δούμε στους μεγάλους συνθέτες οι οποίοι μελοποιούν μεγάλους ποιητές. Ο στίχος ενώνει τα τραγούδια και τον κόσμο σ' ένα διάλογο διαχρονικό, βαθύ και πάντα επίκαιρο. Κι όπως μου είπε ένας φίλος τις προάλλες: «Αν δεν διδαχτείς τον Εθνικό Ύμνο πώς μπορείς να καταλάβεις τη Φραγκοσυριανή».

Παρά τη μεγάλη του σημασία είναι φανερό ότι πολλές φορές δεν δίνεται στο στίχο η σημασία που του αξίζει. Ειδικά σήμερα, την εποχή των πολλών πληροφοριών «και των πεσμένων κώλων», ένα μικρό μόνο ποσοστό, απ' αυτά που λέει ο ποιητής, περνά στ' αυτιά μας για να φτάσει στην καρδιά μας.

Βέβαια μεγάλη είναι και η ευθύνη των δημιουργών, να μπορέσουν και με τη μουσική και με το στίχο να διαπεράσουν την κούραση, την βαρεμάρα και την από-παίδευσή μας. Αλλά και εμείς πρέπει να δώσουμε βάση σ' αυτό που λέει ο Σαββόπουλος, όταν περιγράφει τρυφερά τους κωλοέλληνες, ότι «ΔΕΝ ΑΚΟΥΕΙ ΚΑΝΕΙΣ».

Ένα από τα προβλήματα που εμποδίζουν την ακοή μας είναι η αντίληψη που έχουμε για τη λειτουργία του τραγουδιού. Πολλοί από εμάς θεωρούμε ότι το τραγούδι είναι ένα μέσο εκτόνωσης και πολύ λιγότεροι το βλέπουν σαν εργαλείο έρευνας και ψαξίματος. Δικοί μας αυτοί οι λογαριασμοί γιατί το τραγούδι κάνει αυτά τα δυο, και άλλα τόσα, αιώνες τώρα. Ακραίες μορφές αυτού του διαχωρισμού οι σκυλάδες και οι κουλτουριάρηδες. Έχουν άδικο και οι δυο.

Το τραγούδι είναι ταυτόχρονα ένα μέσο έκφρασης, ξεδόματος, επικοινωνίας -αμφίδρομης φυσικά (πώς αλλιώς έχει νόημα η επικοινωνία)- και ψηλάφησης νέων οριζόντων.

Οτιδήποτε δεν διαθέτει απ΄ αυτά, δεν είναι τραγούδι, είναι «η τρύπια στέγη μιας παράγκας, είναι η γόπα που μάζεψε ένας μάγκας και ο χαφιές που μας ακολουθεί».

Ο καημός, η χαρμολύπη, το μικρό διάλειμμα απ' την αυτοσυνείδηση -και όχι το δείγμα μιας διαρκούς αφασίας- μαζί με το ψάξιμο λειψό, ψηλαφητό (αλλά πάντα ψάξιμο) είναι αυτά που φτιάχνουν το τραγούδι. «Έτσι βγαίνουν τα τραγούδια μάτια μου, έτσι παίρνεις κουράγιο, φτιάχνεις τραγούδι άγιο», όπως μας λέει και η Χαρούλα.

Η θέση «ο λαός τραγούδι θέλει φτάνουν τα προβλήματα» δικαιολογείται μόνο απέναντι σε ένα άκαυλο ψάξιμο, στο χωρίς καημό ψάξιμο του τεχνοκράτη. Μόνο όμως εκεί. Ως προτροπή για φυγή από το άλλο, δηλαδή το τραγούδι, ο Διονυσίου βρίσκεται αντιμέτωπος με όλα τα τραγούδια του.

«Τι να τα κάνω τα τραγούδια σας, είναι πολύ ζαχαρωμένα, ταιριάζουν σε σοκολατόπαιδα, μα δεν ταιριάζουνε για μένα». Αυτό δεν αφορά μόνο τα λεγόμενα γλυκερά, γιατί όπως λέει και ο Σαββόπουλος στον Ασλάνη, «αγαπούσα πιο πολύ τα λαϊκά, τώρα δεν με ζαχαρώνουν πια».

Καημός λοιπόν και ψάξιμο μαζί. Καημός του έρωτα, της αδικίας, καημός του άλλου και ψάξιμο του καθενός και για όλους. «Κάνουν πικρό να βγάλουν το αχ μανούλα και βγαίνει φύλλο λεύκας» μας λέει ο Ρίτσος, στο τραγούδι του Μίκη Θεοδωράκη.

Εγώ ανακάλυψα, μ' αυτή την ευκαιρία και με 20 χρόνια καθυστέρηση, ότι συγκινήθηκα κατά καιρούς με στίχους αναφομοίωτους. Αποτέλεσμα: σκέψη λειψή, συγκίνηση ανάπηρη «κι ένα πουλάκι λαλεί».

Βέβαια κανείς δεν είναι ανύποπτος, όλοι μας κάτι έχουμε ακούσει, περισσότερο αυτά που θέλαμε. Έχει την ηδονή της και η επιβεβαίωση. Όπως στον «Άγγελο Εξάγγελο», για τα υπόλοιπα τού είπαμε να φύγει μουδιασμένα.

Ένας από τους ανθρώπους της γενιάς μας που μας είπε πολλά είναι ο Σαββόπουλος. Όπως και ο ίδιος δήλωσε τελευταία ίσως δεν έχει άλλα να μας πει. Όμως έχουμε αφομοιώσει όσα μας έχει ήδη ψιθυρίσει; Είτε συμφωνώντας, είτε διαφωνώντας. Τον έχουμε ακούσει όσο αξίζει η δουλειά του, που λίγο ως πολύ αγαπήσαμε; Και όσο αξίζει η διαπίστωση ότι συχνά μιλά προπορευόμενος 10 χρόνια.

Μια μικρή απόπειρα απάντησης είναι η παρακάτω «ταλαιπωρία» σας.

Πριν διαβάσουμε, δηλαδή ακούσουμε πραγματικά, Σαββόπουλο, ας σταθούμε λίγο σε ένα άλλο ζήτημα-εμπόδιο στην ακοή μας. Είναι το ίδιο που εμπόδιζε πριν 80 χρόνια να ακουστεί το ρεμπέτικο. Είναι βέβαια σίγουρο ότι μετά 80 χρόνια το σημερινό ρεμπέτικο θ' ακουστεί. Σημασία έχει να κερδίσουμε αυτό το χρόνο. Αν μαθαίνουμε απ' την ιστορία. Αν ακούμε τα τραγούδια.

Το ρεμπέτικο δεν ήταν ένα κρυμμένο διαμάντι που ανακαλύφθηκε μετά. Ήταν ένα διαμάντι -ποιητική και χορευτική έκφραση του κοινωνικού περιθωρίου -με αντίπαλους: το κράτος, τη διανόηση δεξιά και αριστερά, τον αγροτικό πληθυσμό, τους μικρο-νοικοκυραίους. Αν και για τους τελευταίους -αγροτιά και τους άλλους- τους χάλαγε μεν το (κάθε) σήμερα αλλά συντάσσονταν προοπτικά.

Διαμάντι όμως ακατέργαστο, όχι από τεχνική άποψη, γιατί μουσικοτεχνικά ήταν άψογο, αλλά επειδή ήταν οριακό στο στίχο. Με όλη τη δύναμη της καταγγελίας του και μ' όλη τη δυνατή έκφραση του καημού, δυσκολευόταν να δει το παραπέρα, όπως δυσκολευόμαστε κι εμείς σήμερα.

Η συνάντησή μας με το ρεμπέτικο είναι ουσιαστικά μια συνάντηση αδυναμίας και κατάρας μαζί, και σποραδικά μόνο μια συνάντηση ελπίδας.

Η αδιόρατη αισιοδοξία στο στίχο του ρεμπέτικου (πιο φανερή συχνά στη μουσική του φόρμα) συναντά και το σημερινό ανάλογο. Εμείς όμως «με μια κρυφή εκ γενετής αιμορραγία» μπορούμε δεκαετίες μετά «τα ματόκλαδα σου λάμπουν», όπως μας θυμίζει ο Μούτσης, να δούμε αυτά τα όρια, να πάμε μακρύτερα, πιο κάτω.

Ό,τι αξίζει στο σημερινό τραγούδι είναι ό,τι σπάει αυτά τα όρια, είναι ό,τι ανοίγει δρόμους και όχι ό,τι σέρνεται στα κατεστημένα, έστω κι αν κάποτε αυτά αποτέλεσαν ένα δημιουργικό περιθώριο.

Το ζήτημα είναι να δούμε τι αποτελεί σήμερα αυτό το δημιουργικό περιθώριο, τι ανοίγει δρόμους, τι δένει τον καημό με το ψάξιμο. Το αχ με το φύλλο λεύκας.

Το ζήτημα είναι δηλαδή να γίνουμε, μέσα σε «χορούς κυκλωτικούς», μέρος αυτού του περιθώριου που θα ανοίξει δρόμους, που θα κερδίσει. Μέρος του, όχι απλώς στον λεγόμενο πολιτικό λόγο- με νοείς- αλλά και στην ίδια μας την ύπαρξη: στην ηθική μας και στην ευθύνη μας. Μέρος ενός πολιτισμικού περιθωρίου που δεν τη βρίσκει αυτάρεσκα κολυμπώντας στο παρελθόν (τώρα μάλιστα που το δοξάζουν και τα πρωινάδικα) αλλά που βασίζεται στο παρελθόν για να ατενίσει το μέλλον.

Το ρεμπέτικο του σήμερα είναι εξίσου περιθωριακό με το παλιό. Μιλάνε για πράγματα που δεν καταλαβαίνουν οι πολλοί (αν και πάνω στα ίδια πράγματα κι αυτοί τρελαίνονται). Μιλάνε με στίχο που δεν τον καταλαβαίνουν οι πολλοί, με όργανα ασεβή για τους πολλούς, σε σύγχρονους τεκέδες που τους ξορκίζουν οι πολλοί- όπως και τότε- αν και κι όλος ο κόσμος είναι πια τεκές (όπως στο γνωστό τραγούδι του Μικρούτσικου).

Ο Σαββόπουλος είναι από τους ελάχιστους, όπως ο Μάρκος τότε και ο Μίκης αργότερα, που διαπέρασε αυτό το περιθώριο και έβαλε στ' αυτιά μας και στην καρδιά μας...πράματα και θαύματα....

Ας διαβάσουμε λοιπόν τον στιχουργό Σαββόπουλο μέσα από ένα μέρος της δουλειάς του. Την ευθύνη των επιλογών τη φέρουμε βέβαια ακέραια εμείς.

«Η μοναξιά της Αμερικής»
Η φαντασία στην εξουσία !
Φώναξε ο Μάης του ‘68
Ο πρόεδρος με το σαξόφωνο
κουφάθηκε απ' το ψέμα που του ‘πε η κουκουβάγια
και δύο σύμβουλοι απ' το Μπέρκλεϊ
που διαδήλωναν στο Φράουλες και Αίμα
δίχως ρίσκο, δίχως τύψη

Καπνίζουν δίπλα του οκλαδόν
κάτι παιδιά των λουλουδιών
παιδιά του Μάη, πρωθυπουργοί
μια πίπα όλο υποταγή

Το ΚΚΕ, η εκκλησία και ο Μίκης
στις ραχούλες του δημώδους τραγουδιού ψηλά
ανταμώσανε το Σπάρτακο ν' ανάβει
τον καθρέφτη πάνω από το Βελιγράδι
Μα η Νέα Ρώμη, η νέα αριστερά
καννιβαλίζει όλο χαρά.

Και ο κουφός με το σαξόφωνο
άμουσος και ατάλαντος
σολίστας για ακαύλους
ότι δεν μπόρεσε με τ' όργανο
το κάνει με πυραύλους

Ψηλά στις γέφυρες τ' ακούν
χορεύουν ροκ πριν σταυρωθούν

Φορώ την μάσκα για να ιδώ
κάτι καλό στον δήμιό μας
κάτι στραβό στον εαυτό μας

Είσαι πιο μόνη
η μόνη υπερδύναμη
Η πρώτη υπερμόνη



Προβαίνουμε σε μια πιο προσεκτική επαφή με το στίχο. Αντιλαμβανόμαστε ότι δεν τον προσέξαμε όσο νομίζαμε, «δίνουμε βάση στην πενιά» ενώ δεν είναι ρυθμός να τον μετρήσεις είναι Λόγος να ...λιποθυμήσεις. Ο στίχος δεν φτιάχνει οπαδό.

- Ροκ μέσα στ' άλλα σημαίνει: ασέβεια στο ανήθικο, ένα γαμώτο που δεν περισσεύει.

- Ο Σαββόπουλος απαντά σταθερά στο «για τους άλλους δεν θα μπορέσουμε», είναι ο «δικός μας Μίκης». Άλλωστε τα φάλτσα και των δυο δεν φτιάχνουν «γωνία» για να κρυφτούμε και να περιμένουμε. Ο στίχος του μας καλύπτει και για αύριο, αν θέλουμε κι άλλα να τον ακούσουμε πάλι. Βγάζει γλώσσα γιατί έχει αλφάβητο.

«Τι θέλει να πει ο ποιητής», φράση περιπαικτική που με την ασχήμια της προλογίζει στο «πόπολο» τον «καλεσμένο» για το «γελοίον του δράματος».

Θα διαβάσουμε ξανά τραγούδια με μια διάθεση πέρα από τον λογικό διασυρμό του βιώματος.

Θα θυμηθούμε μαζί:
ότι «η αγάπη είναι παντού» γι' αυτό και ανάμεσά μας
Ότι η ζωή αλλάζει, δίχως να κοιτάζει τη δικιά σου μελαγχολία...
Ότι ...πέρασαν για πάντα οι παλιές ιδέες, οι παλιές αγάπες, οι κραυγές.
Και τότε μπορούμε μονάχοι με παρέα να αναρωτηθούμε: Ποιος στ' αλήθεια είμαι εγώ και που πάω. Με χίλιες δυο εικόνες στο μυαλό. Προβολείς με στραβώνουν και πάω. Και γονατίζω και το αίμα σου φιλώ.
Δεν ξεχνώ, δεν στραβώνομαι, δεν μιμούμαι. Βασίζομαι.


Στη «συννεφούλα» μάς μιλά για σχέσεις σύννεφο. Αρκετά τη δική μας εποχή. Περισσότερο σήμερα για τα παιδιά μας. Αλλά και μοναξιά που πρέπει -και θα βρει την άκρη- μέσα απ' το σύννεφο, γιατί
τη νύχτα αυτή τη λέτε σεις φωτιά, μα εγώ τη λέω δέντρο,
οι μέρες που λαχτάρησα θα ‘ρθουν, εγώ τη λέω δένδρο


Στο ρυθμό του «μπάλλου» ακούμε:
Έρμος και βαρύς στο μονοπάτι, με το σακούλι άδειο
κ
ι ένα μωρό στην πλάτη.
Δίνω μια τρεχάλα ψηλά απ' τους λόφους
Να φτάσω στους μπαχτσέδες και στους ανθρώπους.
Σε τούτα τα Βαλκάνια, σε τούτο τον αιώνα
συνάντησα τους φίλους μου μια νύχτα του χειμώνα.


Στο γνωστό μας «άγγελο εξάγγελο»:
Τα νέα που μάς έφερε ήταν όλα μια ψευτιά
κι ακούγονταν ευχάριστα στ' αυτιά μας
Γιατί έμοιαζε μ' αλήθεια 
η κάθε του ψευτιά
κι ακούγοντάς τον ησύχαζε η ψυχή μας
Τα πόδια μου καήκανε σ' αυτή την ερημιά
Η νύχτα εναλλάσσεται με νύχτα
Τα νέα που σάς έφερα, 
σάς χάιδεψαν τ' αυτιά
μ' απέχουνε πολύ απ' την αλήθεια.


Θα θυμηθούμε ξανά:
Ξέρω, ήδη ότι έχεις αντιρρήσεις, μα ούτε εγώ σου λέω να χωρίσεις», να μην βιαστείς σου λέω, στον κόπο μου θέλω να μπεις και ύστερα να απαντήσεις. Βγες εκεί που σε ψάχνω «θεέ μου ασχημομούρη» και δώσε νόημα στα άκτιστα.
Βγες και πες μου -το απολύτως κομμουνιστικό- πως «τα παιδιά με τα μαλλιά και με τα μαύρα ρούχα φέρνουνε μηνύματα  για μιαν αγάπη που ‘χα»
Βάλε τους ποιητές-μαρκόνια να στείλουν μηνύματα, θα βρούμε την άκρη, κι ας φταίνε κι αυτοί κι ας φταίω και ‘γώ κι ας φταίει κι «ο λαός γιατί ‘ναι μαραζιάρης».


Πως με τους φίλους τους παλιούς ξανασυναντάμε τις βασικές σου τις αρχές. Πως η ψυχή σηκώνεται και δίνει φως. Πως ο ελάχιστος αριθμός μας είναι το δυο.
Στις θανάσιμες μοναξιές του Αλέξη τον φοβίζει ο φίλος που κερνά ναρκωτικά, το κόμμα που κερνά υπνωτικά και η συννεφούλα  του, τώρα που «...κερδίζει το παιχνίδι, τώρα στα χέρια της κρατάει ψαλίδι κι έτσι είναι περισσότερο ορφανή


Διαβάζουμε και θυμόμαστε:
...Κι οι φίλοι μου ξενιτεμένοι. Αέρας θα με παρασέρνει.
κι αν βγω απ' αυτή τη φυλακή...

Κι όμως αυτό μέλλει να ξεπεραστεί, μαζί με την απορία
Χωρίς βουλή, χωρίς Θεό, 
σαν βασιλιάς σ' αρχαίο δράμα.

«η παράγκα», ένα ακόμα ουσιαστικό δείγμα πως το ροκ είναι λαϊκό.
Πώς τόπε και η Μπέλου: μ' βαλες και ροκ να πω!
Όπου κοιτάζω να κοιτάζεις, όλη η Ελλάδα ατέλειωτη παράγκα.

Στον διπλανό του λέει ότι το νόημα έχει κάτι από τις φωτιές... που κάθε τόσο πέφτουν στα Εξάρχεια, και να προσέχει «Αφού κι αυτό το αύριο το αλάνι, όργανο του κόμματος το έχεις κάνει»... του όποιου κόμματος, ακόμα και του ανένταχτου.
Το δικαστήριο υψώνεται όχι μονάχα για το στιλπνό μας το φτερό (την όρασή μας) αλλά και για την προβοσκίδα μας θαρρώ (την τύφλα μας).
Στον απέναντι φωνάζει ότι μου «Παίρνεις την αλήθεια μου και μου την κάνεις λιώμα
Απ' το πόδι με τραβάς βαθιά μέσα στο χώμα».


Για την Κύπρο και για ό,τι έχεις σήμερα λειψό, μας λέει ο ποιητής:
δεν είναι μούρλα εθνική που επιστρέφει,
είναι η Κύπρος που οι κουφάλες τη μισούνε
και η ανάγκη μας που όνομα δεν έχει.

Είναι το άδειο μας πρόσωπο... που η Κύπρος το πληρώνει.

Θα θυμηθούμε μαζί (Να θυμηθούμε μαζί):
- ...να δω τους ποιητές πρόλαβα εγώ, με μια κρυφή, εκ γενετής αιμορραγία,Ελλάδα γλώσσα τυφλή στη γεωγραφία...
- Μας βαρούνε ντέφια και τραβάμε ίσια σε ανηφοριές γνωστές με κυπαρίσσια
- Άμα τους θέλεις αντάμα πληρώνεις, από τώρα, ακριβά. Οι νέοι σαν νέοι εκεί στις φωτιές. Κι γέροι δίπλα, αν έχουν κάτι να τους πουν. Εξήγηση 1η (ρεαλισμός): δεν είμαι ικανός χωρίς την ανάσα σου για καμιά ανηφόρα. Εξήγηση 2η (ρεμπετοειδής): «δεν μπορείς χωρίς εμένα, δίχως το δικό μου φόρο». Γιάλα που θα ‘κραζε κι ο Τσιτσάνης.

- ότι «Κείνο που με τρώει, κείνο που με σώζει

είναι π' ονειρεύομαι σαν τον καραγκιόζη
Φίλους και εχθρούς, στις φριχτές μου πλάτες
όμορφα να σήκωνα, σαν να 'ταν επιβάτες

- Στο «πρωινό»: «Σαν σπουργίτι το τζάμι ραγίζει, σαν της αγάπης μας, κομμάτια και αποσπάσματα, γυρεύει αίμα και ρίζες»......ζητώντας δρόμο.
Η καθημερινότητα είναι πολιτική. Η πολιτική είναι τρυφερή.

- Το χειμώνα εκείνον, «το χειμώνα ετούτο», τον επόμενο χειμώνα, σου λέω «Μέσα μου έχω πράμα ζορισμένο και βουβό, Θέλω να χορεύω και να κάνω εμετό». Ξέδομα-οργή-χαρμολύπη. Ο καημός κι ο δρόμος ένα πράμα.

Μα το είπε από νωρίς ότι οι παρέες κάνουν ιστορία. «Χοροί κυκλωτικοί και εθνική Ελλάδος για σου».

Έχουμε ρόλο, όσο έχουμε πρόσωπο. Κάνουν οι Έλληνες κυκλώματα και ιστορίες οι παρέες.
Νύχτα βαθιά σαν ορυχείο.

Και τους ανήλικους παίρνυν στον ώμο, ενώ κι αυτοί ψάχνουν το δρόμο.
Σαχλοί κι αστείοι, με πίστη υπόγεια.
Πίστη σε τι; Δεν βρίσκω λόγια.


Κάπου εδώ έχω γνωστούς 
αλλά τέτοιαν ώρα μη βαρύνω τους...
Κι απ' τη έρμη την απόσταση 
παίρνει υπόσταση κάθε γιορτή μου.
Ζήτω η Ελλάδα και κάθε τι μοναχικό στον κόσμο αυτό:
Κώστας, Πέτρος, Γιάννης, Τάκης, Αλέκος,
που επιμένουν, κι όποιος δεν καταλαβαίνει 
δεν ξέρει που πατά και που πηγαίνει

Διάλογος αποσπασματικός και αληθινός:
-Αισιοδοξώ.
-Μην λες τέτοια γιατί είσαι αιρετικός.
-Έχεις δίκιο τα ξαναρίχνω και πατσίζουμε: «η αποτυχία της αριστεράς»
-Συμφωνώ, «...μια ευλογία που αγνοώ, με κρατάει στο δικό σου το μήκος.»

Και κάτι ακόμα, που μάς αφορά εξίσου: «Βρήκα τ' όνειρό μου σε γραμμές πολιτικές και το πήγα πέρα απ' αυτές
όπου μ' οδηγούσαν δίχως να το αντιληφθώ η καταγωγή μου και η τέχνη που εξασκώ».

Ξανά, ξανά ξανά, ξανά...ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΣΤΙΧΟΥΣ....
Ξέρω να κρατώ τα μέτρα και τους χρόνους
τους μικρούς μου κώδικες σχεδόν τους ξέρω όλους
κι όμως δεν θα είχα επιτυχία δίχως την κρυμμένη τους αιτία

Μέσα σ' αυτό, κι αυτό; «Όλα διαβήκαν από τις γλώσσες τις στραγγαλίστριες».
Ο «δημοκρατικός συρφετός». Η ερπύτρια που τα στραγγάλισε όλα. Θύρα και θύρα. Θηράματα. Όλα.

Για τους εκ περιτροπής κωλοέλληνες, να μην περιμένουμε αστειάκια.
Στα ρεζιλίκια μας όποιος τοκίζει ποτέ δεν χάνει.
Οι κουρεμένοι επαναστάτες για κάτι έχουμε να μετανοήσουμε,
κι εμείς που αριστερίσαμε - εφιάλτης ήταν τ' όνειρο, αλήθεια μας το πάθος

Έχει αποτύχει σύμπασα η αριστερά.

Γυρνάω πίσω. Θυμάμαι. Δεν φταίει η βουλή, έρημη κι απρόσωπη...
αν πονάει η κεφαλή, φταίει η απρόσωπη αγάπη που έχει βρει.


Ξανά για το στίχο: Σαν να λέει ο Άκης Πάνου στον Διονύση (κι αυτός σημειώνει): Τούτος ο κανόνας με το κανονάκι αν δεν είχε λόγο χαρισμένο, θα ‘τανε ψωμί σκουληκιασμένο.

Και ξεσπά στα «προοδευτικά» μας κεφάλια:
Συλινοί του κράτους, τσιφτετέλληνες,
Του κράτους η χάρτα είναι ο γνωστός αγριορωμιός, εμείς δηλαδή.
Μια φυλή που ζει φευγάτη.
ΔΕΝ ΑΚΟΥΕΙ ΚΑΝΕΙΣ.

Και εναλλάσσει την καταιγίδα με την αγάπη:
Μα όπως μεγαλώνουμε
κι όμορφα παλιώνουμε
θα 'θελα η καρδιά μου να κριθεί
απ' όσους προπαντός
έχουν για πάντα κοιμηθεί

ΜΗΝ ΠΕΤΑΞΕΙΣ ΤΙΠΟΤΑ.
δόξα είναι η ευθύνη της δικής μας αλλαγής.

Α.Β. - Δ.Τ.
Άνοιξη 2007

Σχόλια (3)

1. 17-07-2007 17:31
Κι οι μερες που λαχτάρησα;
Φίλοι Α.B. και Δ.Τ.  

Είναι αλήθεια ότι ο Νιόνιος είναι κυρίως ποιητής, λες κι η μουσική του είναι πρόφαση για να μας μιλήσει.  

Έχετε δίκιο: Όλα αυτά τα χρόνια τον ακούμε περιστασιακά, σαν "κάτι ωραίο κι αληθινό", δεν μπαίνουμε όμως στον βαθύτερο κόπο του. 

Μού αρέσει η ιδέα σας "να γίνουμε μέρος αυτού του περιθώριου" που δεν βολεύεται. Δεν είμαι ελιτίστας, νομίζω όμως ότι η ζωή προχωράει τελικά από τα λεγόμενα "περιθώρια" (που δεν είναι περιθώρια). 

Αποστόλης Δημητριάδης
ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ

2. 18-07-2007 17:30
ΠΡΑΓΜΑΤΙ

Αγαπητέ Αποστόλη, 
Χαίρομαι ιδιαίτερα για την επισήμανσή σου διότι πράγματι στα βαθύτερα στοιχεία αυτής της προσπάθειας υπάρχει αυτή η αίσθηση-επιδίωξη, να υπάρξουμε δηλαδή και να συμμετέχουμε ως ένα τέτοιο «περιθώριο». 
Περιθώριο, απ’ την άποψη ότι σκέφτεται και στεναχωριέται με γνησιότητα για τα ανθρώπινα, και ταυτόχρονα μη-περιθώριο για τον ίδιο λόγο. Κύκλος βαθύς και ατέρμονος. Ενδιαφέρον για τα κοινά της ζωής και όχι για τα κοινότυπα. Όταν γνωρίζουμε ότι τα πράγματα της ζωής είναι βαθύτατα πολιτικά.
A.B.

3. 27-07-2007 14:53
ΚΑΛΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ

Εξαιρετικό και βαθύτατα διαπαιδαγωγητικό. Εξίσου ουσιαστικό ως πλαίσιο διαλόγου στο οποίο νιώθω την υποχρέωση να επανέρθω. 

Αγαπητοί Φυλλομάντες, σας εύχομαι καλό καλοκαίρι. 
Θα τα πούμε απ’ τον Σεπτέμβριο με νέες πνευματικές δυνάμεις. 

Δεν σας ξεχνώ για να μην με ξεχνάτε.
ΦΥΛΛΟΨΑΧΤΗΣ

0 Σχόλια

Δεν υπάρχουν σχόλια.

Υποβολή σχολίου
Δεν θα δημοσιευθεί

Ειδοποίησέ με μέσω e-mail σε απαντήσεις
Συλλαβισμός Συλλαβισμός

Tsipras-01

Κείμενα του ιδίου :

Πρόσφατες δημοσιεύσεις

γιά τήν σύνδεση στο Forum...





Αρχή σελίδας