ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΚΑΙ ΘΑΝΑΤΟΣ

Γράφει: Παναγιώτης ΤΖΑΝΕΤΗΣ

(Δημοσίευση: 7 Νοεμβρίου 2010) Ὁ φίλος Παναγιώτης Τζανετής (χειρουργός καὶ Ms. Βιοηθικῆς τοῦ Πανεπιστημίου Κρήτης) ἐπανέρχεται στὴν συζήτηση γιὰ τὸ δύσκολο θέμα τῆς ἀνθρώπινης ἀξιοπρέπειας καὶ τῆς εὐθανασίας, σχολιάζοντας τὸ κείμενο τοῦ πατρὸς Λουδοβίκου ἀλλὰ καὶ προηγούμενες παρεμβάσεις στὴν συζήτηση ποὺ ἔγινε στὸν φυλλομάντη.



tzanetis_takis_01Ο πατέρας Λουδοβίκος επιχειρεί στο κείμενο που αναδημοσιεύσατε μια αρκετά ενδιαφέρουσα αναδρομή στην ιστορία των ιδεών και ειδικότερα στην επίδραση που άσκησε ο χριστιανισμός στη διαμόρφωση πολλών σύγχρονων ιδεών. Παράλληλα επισημαίνει και την σημαντική διαφοροποίηση ανάμεσα στην πατερική παράδοση της ανατολικής εκκλησίας αφ' ενός και σε εκείνη των δυτικών θεολόγων αφ' ετέρου. Πιθανώς η κοινή ρίζα των φαινομένων να βρίσκεται ακόμη παλιότερα. Πιο συγκεκριμένα νομίζω ότι αφορά στην ισχυρή επίδραση των Στωικών, τόσο επί της ανατολικής πατερικής παράδοσης και μάλιστα εξ αρχής, όσο και στην αντίστοιχη επίδραση τους στο Σκωτικό διαφωτισμό και  κατ' επέκταση σε όσους ακολούθησαν...

..Η προσήλωση στην άνευ όρων παράταση της ζωής γίνεται αντικείμενο κριτικής στο κείμενο του π. Λουδοβίκου, από χριστιανική οπτική, και μάλιστα για λόγους μονιμότερους και άσχετους προς την τεχνολογική και ιατρική πρόοδο των τελευταίων δεκαετιών που κατέστησαν το ‘θνήσκειν' κάθε άλλο παρά ‘φυσική' ή απλή διαδικασία (και πυροδότησαν έτσι τον βιοηθικό προβληματισμό). Δεν είναι ο θάνατος το τέλος, μας λέει, είναι απλώς κοίμηση. Το υποστηρίζει ακριβώς γιατί πιστεύει ότι μπορούμε να υπερβούμε το θάνατο πνευματικά, και όχι βεβαίως βιολογικά, και να μετατραπεί έτσι ο θάνατος σε μια ευκαιρία βαθύτερης κοινωνίας με τον Θεό. Επισημαίνει μάλιστα τον κίνδυνο για  χριστιανούς θεολόγους που υπερασπίζονται αυτονόητα τη ζωή, του να περιπέσουν σε μια υπεράσπιση της ζωής εντελώς νατουραλιστική.

Η κριτική του προς την δογματική άρνηση διαλόγου, στην οποία θεωρώ ότι εξωθείται η άποψη περί αναφαίρετου ιερού δώρου Θεού, είναι ίσως ριζικότερη από την κριτική του δικού μου κειμένου και απολήγει πάντως στο ίδιο συμπέρασμα. Δηλαδή, ότι πράγματι μπορεί η επιβίωση να στερείται περαιτέρω νοήματος ιδιαίτερα αν δεν μπορεί κατ' αυτήν να εξασφαλιστεί η ανθρώπινη αξιοπρέπεια! Σήμερα, επισημαίνει, δύσκολα θα μπορούσε να υπάρξει συναίνεση σχετικά με το θέμα ωστόσο θα συνεχίσουν να υπάρχουν και χριστιανοί οι οποίοι βρίσκουν ανόητη τη συνέχιση της ζωής, αξιώνοντας έναν "αξιοπρεπή θάνατο", όταν η ζωή τους χάσει την πληρότητα της και το "νόημά" της!

Όσοι ξεκινούμε από την αυτονομία, στο βαθμό που δεν την εννοούμε ως αυτοέκφραση αλλά ως δυνατότητα αυτο-νομοθεσίας στη βάση της καθολικότητας (θετική ελευθερία), συναντάμε κάπου τις παραπάνω απόψεις ακριβώς βλέποντας την αυτονομία ως μορφή έκφρασης της αξιοπρέπειας και επικαλούμενοι κατ' επέκταση το αντίστοιχο δικαίωμα στη διατήρηση της (ακεραιότητα). Οι βαθιά προσωπικές αποφάσεις πράγματι θέτουν επίμαχα ερωτήματα σχετικά με το πώς και γιατί έχει αξία η ανθρώπινη ζωή και σε μια ελεύθερη κοινωνία τα άτομα θα πρέπει να μπορούν να αποφασίσουν για τον εαυτό τους (σκηνοθέτες της τελευταίας πράξης του έργου), άσχετα από τη πίστη τους. Η τυχόν παρεμπόδιση κάποιου να ακολουθήσει τις προσωπικές του πεποιθήσεις στο θέμα του τέλους της ζωής, υπονομεύει το σύνολο του δικαιώματος. Ωστόσο αυτό που τιμάται δεν είναι η πολλαπλότητα επιλογών που του προσφέρει η ανεξαρτησία του αλλά η δυνατότητα του καθενός να νοηματοδοτεί & να αποφασίζει ακριβώς γιατί μπορεί να αναστοχάζεται τη ζωή έχοντας επίγνωση του ότι είναι θνητός κοκ. Εντέλει η διατήρηση της ταυτότητας καθενός,  λόγω της οικουμενικής ισχύος του αιτήματος, θεωρώ ότι μπορεί να δεσμεύσει τόσο αυτόν όσο και τους άλλους - ως αποδέκτες ηθικών αξιών - και να αποκτήσει έτσι ένα κανονιστικό χαρακτήρα.

Η εμβάθυνση του σχετικού διαλόγου θα ήταν καλό να επικεντρωθεί, προκειμένου να είναι παραγωγικός, στο τι ακριβώς εννοεί ο καθένας μας «αξιοπρέπεια»! Όπως αναφέρθηκε, η αξιοπρέπεια στον Kant πηγάζει από την έλλογη φύση & δεν προϋποθέτει κάποια ικανότητα αυτοεξυπηρέτησης. Για όσους δε έχουν την ευθύνη,  σεβασμός της αυτονομίας   δεν σημαίνει ούτε παροχή πλήθους εναλλακτικών στον ασθενή προς επιλογή ούτε παράδοση της ευθύνης απόφασης ή των μέσων εφαρμογής της. Σημαίνει, απλώς, πως οφείλει ο πράττων να αποφασίζει αποκλειστικά για λόγους που θα μπορούσε να τους μοιραστεί έλλογα με τους άλλους, δηλαδή να πράξει σύμφωνα με αρχές που θα μπορούσαν να υιοθετηθούν από όλους τους άλλους (και τους θιγόμενους). Σέβεται λοιπόν κανείς την αυτονομία με την έννοια ότι αναγνωρίζει την αναγκαιότητα να μοιραστεί τους λόγους του με τον ασθενή, ως περιορισμούς στο ποιες αποφάσεις του επιτρέπεται να πάρει! Πρόκειται για στάση  που αποσκοπεί στην άρνηση της εργαλειοποίησης του ανθρώπου.


Μερικές "οφειλόμενες" διευκρινίσεις


Από τη συζήτηση που προηγήθηκε στο χώρο του Φυλλομάντη προέκυψε, επίσης, η ανάγκη λιγοστών διευκρινήσεων:

α) Η Βιοηθική, παρά τις βαθιές της ρίζες, είναι ιστορικά γέννημα του 20ου αιώνα με «μαιευτήρα» της την εκτροπή στην αντιμετώπιση της επιστήμης στην ναζιστική Γερμανία και όχι μόνο. Αφορά δε στην αντιμετώπιση ηθικών διλημμάτων που παράγει η τεχνολογική πρόοδος και όχι μόνο στο πεδίο των επιστημών της ζωής. Η πρόοδος είναι μεν ραγδαία στην εποχή μας ωστόσο υπήρχε πάντα. Οι άνθρωποι λοιπόν πάντα βρισκόταν αντιμέτωποι με παρόμοια προβλήματα, ασχέτως αν διέθεταν ή όχι την Βιοηθική και τις όποιες δυνατότητες της. 
Ειδικότερα, τα προβλήματα ευθανασίας συγκέντρωσαν από πολύ παλιά τη προσοχή των στοχαστών όμως άλλαξαν τελείως χαρακτήρα επίσης στο δεύτερο μισό του 20ου αι., ακριβώς λόγω των ριζικά διαφορετικών επιστημονικών δυνατοτήτων περί του τέλους της ζωής. Αναφέρομαι στις δυνατότητες ανάνηψης που μετέτρεψαν το πορθμείο του Αχέροντα σε κάτι σαν το ‘Ρίο-Αντίρριο', στην δυνατότητα μηχανικής υποστήριξης της αναπνοής (ΜΕΘ), στην δυνατότητα χρήσης πτωματικών μεταμοσχεύσεων και πολλές άλλες. Παράλληλα, η δυνατότητα διατήρησης πτωμάτων με σφυγμό ή αναπνοή (εγκεφαλικός θάνατος) ή ακόμη και η διατήρηση επί μακρόν στη ζωή ανθρώπων σε φυτική κατάσταση (ερώτημα ευθανασίας) είναι κάποια από τα σοβαρά διλήμματα που η «πρόοδος» δημιούργησε.

β) Η απάντηση σε τέτοια ερωτήματα ισχυρίζομαι ότι δεν μπορεί να βρεθεί στο εσωτερικό της επιστήμης ή κατά συνέχεια αυτής. Αναζητάται στο επίπεδο του ηθικού διαλογισμού και της φιλοσοφίας. Αυτό δεν εκφράζει κάποια καχυποψία έναντι των δυνατοτήτων των υγειονομικών και της επιστήμης τους αλλά αφορά τη σχέση τους με τη «ζωή». Η αφοσιωμένη ισόβια  ενασχόληση με τη διατήρηση της ζωής ή με την βελτίωση της καθόλου δεν υποχρεώνει κάποιον σε ενασχόληση με τα θεμελιώδη ερωτήματά της (ιδιαίτερα στη σημερινή εποχή όπου η έννοια του ιατροφιλόσοφου τείνει να εκλείψει). Ο σκληρός πυρήνας του ερωτήματος αφορά εξάλλου στο τι εντέλει προτάσσεται, η ζωή ή η ελευθερία; Μια ανάλογη σχέση ενυπάρχει και στις διάσημες παρατηρήσεις του Κlauzevitz για τη σχέση μεταξύ πολέμου & πολιτικής. Μόνο η επιπόλαιη ανάγνωση του συγγραφέα οδήγησε στο συμπέρασμα πως τάχα ο πόλεμος είναι πολύ σοβαρή υπόθεση για να τον αφήσουμε στους στρατιωτικούς. Εκείνος υπογράμμιζε τη φύση των πραγμάτων και φυσικά καθόλου δεν απέκλειε να είναι κάποιος στρατιωτικός απείρως πολιτικότερος του πολιτικού του προϊσταμένου. Κάτι αντίστοιχο ισχύει και εδώ. Πρακτικά, λοιπόν, δεν μπορούν τα ερωτήματα αυτά να χωρέσουν στο ζουρλομανδύα μιας επαγγελματικής αυτορρύθμισης ή δεοντολογίας και αυτό που λέω δεν έχει καμία διάθεση υποτίμησης της «τάξης» των ιατρών, στην οποία και ανήκω, ούτε πολύ περισσότερο αποτελεί προσπάθεια απόσεισης ευθυνών.

γ) Στην Ελλάδα, που λόγω εξαιρετικής βραδυπορίας συνεχίζει συχνά να πορεύεται στο φως της Ιπποκρατικής παράδοσης, όποιος νοιώθει ασφαλέστερος στα πλαίσια μιας «προσωπικής & περιχαρακωμένης σχέσης» με τον ιατρό φύλακά του, δεν χρειάζεται παρά να υπερασπίσει το ήδη υπάρχον, αδιαφορώντας για το αν αυτό ακούγεται συντηρητικό. Δεν υπάρχει λόγος νοσταλγίας για τον πατερναλισμό εκεί που η κυριαρχία του δεν αμφισβητήθηκε ποτέ...

Από την άλλη προφανώς δεν αρκεί στον ηθικό στοχασμό η καταγραφή των απόψεων που επικρατούν κάθε φορά στο εκάστοτε κοινωνικό περιβάλλον γιατί η ηθική απαντά στο ηθικοπρακτικό ερώτημα «τι πρέπει να κάνουμε;» και όχι στο «τι συνηθίζουμε να κάνουμε σε τέτοιες περιπτώσεις στην κοινότητα μας;»

Αν όμως δεν μας καλύπτει ο παρωχημένος ιατρικός πατερναλισμός ούτε η τυραννία των ειδημόνων, αν δεν επιλύονται όλα αυτά απλώς από τη πίστη του καθενός ούτε από τα έθιμα της κοινότητας του, τότε ποιο είναι το κρίσιμο πεδίο επί του οποίου μπορούμε να συμφωνήσουμε; Δεν είναι άραγε ο δημόσιος διάλογος και η δημοκρατικά νομιμοποιημένη πολιτεία; Νομοθετώντας κανείς μπορεί και πρέπει να λάβει υπ' όψη του ότι μιλά για βαθιά προσωπικές αποφάσεις, που θέτουν επίμαχα ερωτήματα σχετικά με το πώς και γιατί έχει αξία η ανθρώπινη ζωή. Το να μη φαλκιδεύεται όμως η δυνατότητα των ατόμων να αποφασίζουν για τον εαυτό τους και το να μην παρεμποδίζεται κανείς να ακολουθήσει τις προσωπικές του πεποιθήσεις σε τέτοια θέματα, δεν είναι αυτό ακριβώς που η πολιτεία οφείλει να εγγυηθεί; Το αν κάτι τέτοιο είναι νομικά ή πολιτικά περίπλοκο δεν αναιρεί την υποχρέωση της, γιατί τότε θα μας χρειαζόταν μόνο «εύκολοι» νόμοι που θα ρύθμιζαν τα αυτονόητα.

δ) Σε καμία περίπτωση, τέλος, δεν αποτελεί αντικείμενο της Βιοηθικής η έλλειψη ηθικής πολλών λειτουργών της Υγείας  αφού η περίπτωση τους δεν εγείρει κανενός είδους ηθικό δίλημμα....



ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ στον ΦΥΛΛΟΜΑΝΤΗ:
1) Παναγιώτη Α. Τζανετή: Απόμακρη συζήτηση για ένα οικείο πρόβλημα. (στήλη ΘΕΜΑΤΑ)
2) Δ.Τ.: Προτροπικές σκέψεις (στήλη ΔΙΑΛΟΓΟΣ)
3) π. Νικόλαου Λουδοβίκου: Η Εξατομίκευση του θανάτου και η ευθανασία: αναζητώντας
τον θεολογικό μίτο (στήλη ΘΕΜΑΤΑ)


0 Σχόλια

Δεν υπάρχουν σχόλια.

Υποβολή σχολίου
Δεν θα δημοσιευθεί

Ειδοποίησέ με μέσω e-mail σε απαντήσεις
Συλλαβισμός Συλλαβισμός

Tsipras-01

Πρόσφατες δημοσιεύσεις

γιά τήν σύνδεση στο Forum...





Αρχή σελίδας