Ἐξώφυλλο arrow Περιεχόμενα arrow Ἐπὶ-καιρῶν arrow ΠΟΛΩΣΕΙΣ ΚΙ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ

ΠΟΛΩΣΕΙΣ ΚΙ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ

Γράφει: Δημήτρης ΤΖΟΥΒΑΝΟΣ

(Δημοσίευση: 20 Ἀπριλίου 2012) Πάνω στὸ φόντο τῶν ἐπερχόμενων ἐκλογῶν, ὁ Δ.Τ.  σχολιάζει τὸ νόημα τῶν πολώσεων, τῶν ἄμεσων καὶ τῶν διαρκέστερων, τῶν πραγματικῶν καὶ τῶν ψευδεπίγραφων. Ἡ ψήφος τοῦ καθένα ἔχει πάντα τὸ βάρος της, μὰ πιότερο βάρος ἔχει ἡ δυναμικὴ τῆς στάσης του ἀνεξάρτητα ἀπό τὴν ἐπιλογὴ ψήφου.



Πολώσεις στο σύστημα


Tzouvanos_01-smallΣτην γενικότερη προεκλογική αλλά και τη δημοσκοπική εικόνα κυριαρχούν η οργισμένη καθίζηση του κεντρώου δικομματισμού, ο κατακερματισμός του κομματικού τοπίου και η ενίσχυση των άκρων.  Οι δημοσκοπήσεις σήμερα, περιορίζουν τη δύναμη του δικομματισμού μόλις στο 1/3 των ψηφοφόρων, με την τρικομματική Αριστερά να εξασφαλίζει σχεδόν άλλο 1/3,  ενώ το υπόλοιπο 1/3 μοιράζονται εξ ίσου η τρικομματική Δεξιά και τα μικρότερα κόμματα. Είναι ακόμα ενδεικτική η παρεμβατική διάθεση του κόσμου που ως πρόσφατα εκφράσθηκε κυρίως ως οργισμένη αποχή ενώ σήμερα καταγράφεται ως διάθεση για οργισμένο συμμετοχικό μαύρισμα...

...Τα στοιχεια αυτά δεν αποτελούν ενδείξεις εισόδου σε εποχή πολυκομματικών κυβερνήσεων που θα αφήσουν πίσω τους το πολωμένο πολιτικό τοπίο. Αφορούν την ιστορική αποδρομή της κύριας πολιτικής πόλωσης που σημάδεψε τη μεταπολιτευτική περίοδο, αυτή μεταξύ ΚΔ και ΚΑ.  Η πόλωση αυτή, με τον κατά βάση κεντρώο-φιλελεύθερο χαρακτήρα και στους δυό πόλους της, με τα ακραία παραρτήματα και στηρίγματα στα περίχωρά της, με τις ιδιομορφίες στο εσωτερικό της αλλά και στο γενικότερο πολιτικό σκηνικό που καθόριζε, κι ακόμα με την ιδιαίτερη μυθολογία της (ιδίως αυτή του αντιδεξιού προοδευτισμού), διαμορφώθηκε ως κύρια μορφή πολιτικής πόλωσης απ' την προδικτατορική δεκαετία και κυρίως μεταπολιτευτικά έως την σημερινή εποχή των νεώτερων Καραμανλή-Παπανδρέου.  Ηταν μια πόλωση που διαδέχθηκε την παλιότερη μεσοπολεμική Συντηρητισμού-Φιλελευθερισμού κι αφού μεσολάβησε η εμφύλια σύγκρουση που για μια δεκαετία περίπου κατέστησε  κοινό τους αντίπαλο πόλο την Αριστερά.  Και ήταν η ΚΔ-ΚΑ αυτή πόλωση που οδήγησε τη μεταπολεμική και ιδιαίτερα τη μεταπολιτευτική Ελλάδα στα λίγα θετικά και τα πολλά καθοδικά της βήματα ως τη σημερινή κατρακύλα.

Σχετικα με τις κοινωνικοπολιτικές πολώσεις, το πρόβλημα κάθε φορά αποτελεί το είδος κι ο χαρακτήρας τους κι όχι καθαυτή η ύπαρξή τους η οποία αποτελεί μόνιμο, φυσιολογικό και δημιουργικό στοιχείο στην ανθρώπινη ιστορία και την κοινωνική εξέλιξη.  Κι αυτό, γιατί στις κοινωνικοπολιτικές πολώσεις ορίζονται με όρους πρακτικούς οι κύριες επιδιώξεις και οι κύριοι αντίπαλοι της κοινωνίας, οι στόχοι και τα αποφευκτέα της, ο θεός κι ο δαίμονάς της, ανεξάρτητα απ' τα ποιοτικά ή τα μυθολογικά τους στοιχεία κι ακόμα ανεξάρτητα απ' το κοινό έδαφος των πόλων που οπωσδήποτε διατηρούν. Ορίζονται μάλιστα εν μέσω πληθώρας ευκταίων κι αποφευκτέων, όχι μόνον ως τα «απολύτως σημαντικότερα» μεταξύ τους, αλλά κι ως τα κρίσιμα τα οποία συμπαρασύρουν στην τροχιά τους και τα λοιπά λιγότερο σημαντικά στοιχεία της ζωής.  Παράλληλα, τα λοιπά αυτά σημαντικά ιεραρχούνται για διάφορους λόγους με διαφορετικό τρόπο απ' τους διαφορετικούς ανθρώπους, ορίζοντας δευτερεύουσες συλλογικότητες, πόλους και πολώσεις.  Είναι έτσι οι κύριες κοινωνικοπολιτικές πολώσεις που τραβούν τη ζωή μπροστά (κι επίσης τη συντηρούν ως «μπροστά στο νύν»), έχοντας βέβαια με τη σειρά τους τις δικές τους ρίζες τόσο στην ανθρώπινη φύση όσο και στην ιστορική-κοινωνική πραγματικότητα.  Ετσι έχουν οπωσδήποτε αντίκρυσμα στη γενικότερη κοινωνική ζωή και τις εγκατεστημένες κοινωνικές σχέσεις και βιοτικές συνθήκες, χωρίς αυτά να τις καθορίζουν κατά το σχήμα που θέλει το «ιδεολογοπολιτικό εποικοδόμημα» απλή «αντανάκλαση της υλικής βάσης».  Γιατί συγκαθορίζονται επίσης (έστω κι αν μια τέτοια συνοπτική υπόμνηση δεν είναι ιδιαίτερα διαφωτιστική) από ιδεολογικά και μορφωτικά στοιχεία παραδοσιακά και σύγχρονα, από ιστορικές φορτίσεις και συγκυριακές ιδιομορφίες, καθώς κι απ' το πολιτικοθεσμικό προηγούμενό τους.

Ενω λοιπον οι πολώσεις καθαυτές, πάντοτε παρούσες, δεν είναι τού ψευδειρηνοποιού αφορισμού, ο χαρακτήρας τους είναι «δυνάμει» ελευθερωτικός κι εν ταυτώ ιστορικός και στοιχηματικός-διεκδικήσιμος, δηλ. είναι εκάστοτε «ανθρώπινος» ή «αντικοινωνικός» ενώπιον της ίδιας του της δυναμικής.  Κι ενώ η θεωρητική και θεωρητικοπολιτική διάσταση του θέματος έχει τα περαιτέρω της που δεν μας αφορούν εδώ, είναι πλέον φανερό ότι η πόλωση  ΚΔ-ΚΑ (και η ευρύτερη ιστορική εκδοχή της, ως Δ-Α πόλωση κι ως Δ-Κ-Α πολιτική γεωγραφία) τείνει να ξεπεραστεί κοινωνικά και να αναζητήσει μια νέα πολωτική έκφραση με ουσιαστικότερους ανθρώπινους όρους, όπου ο Σοσιαλιστικός  και ο Φιλελεύθερος πόλος θα μπορούν να αναπτύξουν μια εξελικτική μεταξύ τους δυναμική.  Κι αυτό αφορά όρους πολιτικοσυστημικούς, με αναβαθμισμένο το ανατατικό-βιοτικό στοιχείο και ταυτόχρονα υποβαθμισμένο το στοιχείο του κοινωνικού διχασμού περί πλασματικά κι αλλότρια επίδικα. Φυσικά στην κοινωνικοπολιτική αναζήτηση αυτή η πορεία είναι συγκρουσιακή αλλά και μαιανδρική, συχνά με συγκυριακές υποστροφές κι εξάρσεις στοιχείων του παρωχημένου τοπίου, εν όσω και τα ειδικότερα θεωρητικά και πολιτικά βήματά της είναι ζητούμενα, με ιδιαίτερες εδώ τις ευθύνες και υποχρεώσεις της πνευματικής ηγεσίας της κοινωνίας.

Κι ενω η σχετική κοινωνική αναζήτηση είναι σε εξέλιξη με καταλύτη την τρέχουσα κρίση, το διαμορφούμενο εκλογικό τοπίο την υπογραμμίζει έντονα, αποσαθρώνοντας το πολιτικοκομματικό σύστημα αλλά και δίνοντάς του επίσης ευκαιρίες ανασύνταξης επί τα αυτά.  Οι ευκαιρίες αυτές δεν αφορούν τις ενδιάμεσες εκφράσεις της αποσάθρωσης οι οποίες επιτρέπουν σε Δεξιά κι Αριστερά να επιχαίρουν ενισχυμένες, αφού αυτές δεν αποτελούν παρά πρόσκαιρα στηρίγματα που χρησιμοποιεί η κοινωνία επιδιώκοντας την υπέρβαση του συστήματος με κατά προτεραιότητα πλήγματα στον κεντρώο πυρήνα του.  Οι συστημικές ευκαιρίες αφορούν την απουσία επαρκών πολιτικών εναλλακτικών (πολιτικής επικέντρωσης και  πολιτικής-υποκειμενικής συγκρότησης) για επί τα πρόσω διέξοδο, ενόσω η αμφισβήτηση κορυφούμενη πιέζεται πλέον είτε να υπερβεί τις αδιέξοδες πολώσεις είτε να υποχωρήσει έστω εκρηκτικά.  Διαμορφώνονται έτσι εντονότεροι στοιχηματικοί όροι και μαζί τους ειδικότερες δυσκολίες στις εξελίξεις κι αντίστοιχες τάσεις κοινωνικοπολιτικής υποχώρησης μπροστά στις επιδιώξεις του συστήματος. Φυσικά οι επιδιώξεις αυτές επικεντρώνονται στην αναπαλαίωσή του με την ανάταξη του ΚΔ-ΚΑ διπολισμού μέσα απ' τα υλικά της τωρινής του αποσάθρωσης και υπό την προσπάθεια των δευτερευόντων πόλων του να ενισχύσουν την ιδιαίτερη θέση τους.

Η κυριαρχη πόλωση σήμερα στην κοινωνία, ενσωματώνοντας αλλά και υπερβαίνοντας ιστορικά κι επίκαιρα στοιχεία, είναι αυτή του μνημόνιου-αντιμνημόνιου η οποία κι αποτελεί ταυτόχρονα ένα βήμα προς τα μπρος αλλά και προς τα πίσω σχετικά με το κοινωνικοπολιτικό στοίχημα.  Προς τα μπρος χάρις στα ουσιαστικά αμφισβητησιακά της στοιχεία, προς τα πίσω λόγω του αυτοεγκλωβισμού της σε αδιέξοδα που αγνοούν τις ουσιαστικές πολιτικομεταπλαστικές ανάγκες, παρέχοντας έτσι περιθώρια (στενά έστω) στο σύστημα να χειριστεί χωρίς αντιπρόταση την κρίση υπό σύγχρονη αναπαραγωγή του.  Μια παράλληλη δημοσκοπική εικόνα εδώ είναι αυτή που δείχνει το εκλογικό σώμα εξ ίσου μοιρασμένο ανάμεσα σε πρόθεση «τιμωρητικής» και «προγραμματικής» ψήφου, την ίδια στιγμή που τοποθετείται αντιμνημονιακά σε συντριπτικό ποσοστό.

Εκλογές κι επιλογές

Στο δυναμικο αυτό φόντο, κι όχι στην απλή δημοσκοπική αριθμητική, νομίζουμε ότι μπορεί να κατανοηθεί ειδικότερα το προεκλογικό και μετεκλογικό τοπίο. Στο ίδιο φόντο, έχει όπως πάντα τη σημασία της η ψήφος του καθένα, μεγαλύτερη όμως σημασία έχει η δυναμική της στάσης του ανεξάρτητα απ' την επιλογή ψήφου, όπως άλλωστε συνέβη και στις προηγούμενες εκλογές.  Το βασικό θέμα παραμένει η ουσιαστική κοινωνικοπολιτική σύγκλιση μέσα και πέρα απ' την πολύμορφη εκλογική επιλογή, σύγκλιση όμως που απαιτεί πάνω απ' την πολυμορφία αυτή προσανατολισμό στα πράγματι επίδικα, κι ανάλογα βήματα συγκρότησης του κοινωνικού υποκειμένου.  Και αφορούν τα επίδικα τόσο τα άμεσα βιοτικά όσο και τα ευρύτερα κοινωνικοανατακτικά, ορίζοντας όπως πάντα δυό κάπως χωριστά επίπεδα επιλογής, ένα για το σήμερα κι ένα για το αύριο, ας πούμε σχηματικά, ένα για τον επιούσιο κι ένα για τη σπορά του αυριανού επιούσιου.   Και συνδέονται τα δυό αυτά επίπεδα με κοινούς κρίκους που έχουμε να βρούμε ώστε να πατάμε στο σήμερα και το αύριο ταυτόχρονα, μέσα απ' τις επιλογές μας.  Καθόλου εύκολο κάτι τέτοιο μετά και την κατάρρευση της φιλελεύθερης αλλά και της αριστερής θεώρησης και βιοτικής πρότασης που καθόριζαν το κοινό πάτημα, η μια στη μονομερή στήριξη και η άλλη στη μονομερή αποδόμηση του συστήματος, προσανατολίζοντας ανάλογα όχι μόνον την ψήφο αλλά κι ολόκληρη την εκλογική και πολιτική στάση.  Εχοντας καταθέσει κάποιες σκέψεις παλιότερα, εδώ θα κάνουμε μόνον κάποια πρόσθετα σχόλια υποστηρίζοντας όσα αναφέρονται στις πιο πάνω γραμμές.

Εχουμε ένα σύνθετο πρόβλημα εδώ που τίθεται οξυμένα στις εκλογές, με πρώτο ερώτημα σε ποιο ταμπλώ είναι σημαντικότερο να σταθεί κανείς, το επιούσιο ή το αυριεπιούσιο, ώστε επ' αυτού πιά να επιλέξει κουκιά και μαυροκούκια. Φυσιολογικά κάπως, πεινασμένοι και χορτάτοι, μεροφάηδες τζίτζικες και φρόνιμα μυρμήγκια, κηφήνες και μέλισσες, ορνίθια και κουκουβάγιες, γύπες έμποροι αερελπίδων κι όρνεοι πελάτες τους,  ασπάλακες έμποροι και ποντικοί ρεαλαγοραστές υποσκαμμένης γής κτλ, κτλ. κι ακόμα υβδριδισμένοι ή αλληλόχρεοι μεσ' στην πανίδα αυτή, δίνουμε εδώ διαφορετικές απαντήσεις, συνήθως χωρίς επίγνωση για το διπλό ταμπλώ μα και πάλι μ' ένα τρόπο που ανάγει το διόροφο πρόβλημα σε επίπεδο κι έτσι πιο βατό στο νού μας.  Δεν είναι λάθος κάτι τέτοιο, οι απλουστευτικές ή από-απλουστευτικές αναγωγές είναι πάντα απαραίτητες, αφού όλη μας η νόηση έχει να κάνει με αφαιρέσεις (είτε νοητικές γενικεύσεις υποκειμενικών αισθημάτων, είτε μικρο-βιοψίες του σύμπαντος δηλ. αποκοπές όψεών του ως οι φωτοπροσόψεις κτιρίων - όλες με αντίκρυσμα στα πράγματα κι όλες σ' απόσταση απ' αυτά με κάποιες λιγότερο θολές μέσα στην ιστορική εξέλιξη), πλήν χρειάζεται κάποια επίγνωση για το «περίπου» αυτό καθώς και για τα όρια όπου ισχύει - το γήπεδο σε διαστάσεις μιας ηπείρου παύει να είναι «περίπου επίπεδο».

Υπαρχουν έτσι συγκυρίες όπου αυτή η επίπεδη αναγωγή δε βοηθά, ζαρώνει το πολυδιάστατο ζήτημα περισσότερο καθώς πάει να σιδερωθεί σε επίπεδο, φέρνει τα άνω κάτω και τα δεξιά στ' αριστερά, δε βγάζεις άκρη να ξετυλίξεις.  Φωνάζουν οι συγκυρίες αυτές ότι καιρός να αλλάξει ολόκληρο το αδιέξοδο πατσαβούρι, κακό-ψυχρό και χωρίς άκρη όχι στ' αυριανά μόνο μα συχνά και στα σκέτα τα επιούσια αν σταθείς σ' αυτά μόνο και θεωρήσεις πολυτέλεια το αύριο και το καλύτερο του ανθρώπου.  Κι όχι κακό-ψυχρό μόνο, μα κι ακατανόητο, ανάκατα σπόροι και κοπριά σ' όλο το φάσμα, παίρνει νόημα και σού δίνει χώρο ύπαρξης μόνο αν φανταστείς ολόκληρο τον σωρό μεταπλασμένο και θαλερό, και είναι τότε που μικραίνει η σημασία του επιούσιου ταμπλώ και μεγαλώνει αυτή της μετάπλασης και του αυριεπιούσιου και έτσι γίνεται κι αυτή ένας κοινός τους κρίκος.  Μικραίνει τότε η σημασία του χρώματος της ψήφου και βαραίνει πιο πολύ η κοινή αναζήτηση και προσδοκία μέσα απ' την πολυχρωμία.  Μικραίνει η σημασία του χωρίς να εξαφανίζεται όμως, μιας και δεν είναι το ίδιο κάθε χρώμα ούτε για τα επιούσια ούτε για τα αυριανά ούτε για τα χειρότερα που ελλοχεύουν πάντα - μα δεν είναι στο χέρι μας όσο κι αν το ψειρίσουμε να βρούμε άκρη «λογική» σ' ένα θέμα που ζητάει να ξεπεράσουμε τη λογική του.  Και πάλι όλα αυτά δεν λύνουν το πρόβλημα μα το αναδιατυπώνουν ως πρώτο βήμα για την επίλυσή του, και η αναδιατύπωση αυτή ζητάει όχι μια «σωστή» ψήφο μα εκείνη τη συγκλίνουσα στάση (κατά κρίση & σημασία ψήφος +  πέρα απ' την ψήφο + αλληλ-οικειοποίηση της «άλλης» ψήφου κτλ) και τη συγκλίνουσα προσδοκία και τη συγκλίνουσα στόχευση πέραν των εκλογών.

Βεβαια, η συγκλίνουσα στάση, προσδοκία και στόχευση δεν είναι επαρκώς κατακτημένες στην κοινωνία, έχουν ωστόσο σημαντική πρόοδο και πάντως πρόοδο ως το σημείο που οι εύκολες απαντήσεις έχουν κυρίως γίνει γόνιμες ερωτήσεις κι επιδεκτικότητες, δηλ. ως το σημείο που η κοινωνία αναζητά πλέον απ' τη διανόησή της τις ειδικότερες απαντήσεις, θεωρητικές και πολιτικές.  Εδώ όπως έχουμε επισημάνει οι υστερήσεις είναι μεγάλες, ακόμα και σε επι μέρους ζητήματα, ώστε η εκλογική «γραμμοδοσία» είναι αναποτελεσματική και χωρίς νόημα, αν κι οποιοδήποτε ειδικότερο εγχείρημα (δομητικό, υποστηρικτικό, αποδομητικό κτλ.) θα μπορούσε να τη νοηματοδοτήσει κατά τη λογική του και φυσικά υπό την κοινή κρίση.  Προσωπικά δεν βλέπω κάτι ενδιαφέρον εδώ, αφού ακόμα και τα αναγκαία μαυρίσματα αλληλοσυγκρούονται. Ωστόσο το αμήχανο τοπίο δεν είναι πρωτοφανές ούτε αδιέξοδο - λευκό μου σεντονάκι, λάμπα μου τρελλή, ποιό φορείο θα μας κουβαλήσει ; βάλε στη σκιά σου τούτο το παιδί ...  Η κοινή σκιά-σκέπη,  είναι η πολύχρωμη ψήφος στο ζήτημα του φορείου και ο προσανατολισμός στο αντίστοιχο πολιτικό  άλμα.

Το αλμα αυτό δεν αποτελούν ούτε η εξιλαστήρια «αυτοκάθαρση» κι ανθρωποφαγία που ξεπλένουν τις βαρειές αρρώστιες θεσμών και πολιτικού προσωπικού, ούτε το λάκισμα απ' τα ψηφοδέλτια πρώην κορδωμένων εθνοπατέρων και η αντικατάστασή τους από νέα θρασίμια που αξιώνουν «ξεχρεωμένη» καριέρα.  Φυσικά δεν το αποτελούν ούτε η «αριστερή-αντιμνημονιακή εναλλακτική» ούτε η «δεξιά εθνική απάντηση». Ούτε ακόμα η «αποχή» αποτελεί «το μόνο δρόμο» για ένα τέτοιο άλμα, μ' όλο που οποιαδήποτε εκλογική επιλογή συμπεριλαμβανομένου και του «λευκού», μπορεί να εγγράφεται στην προοπτική αυτή, με τους όρους όμως που αναφέραμε και πιο πάνω.  Ετσι πχ. η «εξωσυστημική αποχή» που προτείνει ο Μίκης, μπορεί να αποτελεί μια επιλογή μεταξύ άλλων, όχι όμως αυτάξια και μοναδικά αντισυστημική όπως την προβάλλει, έστω κι αν έχει καλούς λόγους να την αντιπαραθέτει καταγγελτικά στη συριζοστροφή του κεντρικού ΠΟΣΥ της Σπίθας ή στην καμενοπροσχώρηση άγριων σπιθοργανώσεων και κεντρικών σπιθοστελεχών όπου είχε δυστυχώς επενδύσει ελπίδες.  Φυσικά, άλλο η κάθε επιλογή κι άλλο οι ειδικότεροι όροι και προσωπικοί καιροσκοπισμοί που ορίζουν τη στάση των πολιτικών στελεχών, μ' όλη την ανοιχτή ματιά που απαιτείται απέναντί τους.

Εξ' αλλου το αναγκαίο πολιτικό άλμα δεν εξαντλείται εν γένει στις εκλογές εντός του σημερινού συστήματος, μ' όλο που αυτές μπορεί να δίνουν την κατάλληλη ευκαιρία εξελίξεων ή να ανανεώνουν το στοίχημα της αλλαγής του.  Αφορά βαθειά δημοκρατική αναμόρφωση του πολιτικού συστήματος, απ' την οποία δεν μπορεί να αποκοπεί η ευρωπαϊκή πορεία και προοπτική ούτε η αναγκαία κοινωνική και παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας. Κι αυτά απαιτούν με τη σειρά τους αντίστοιχο ευρύ κοινωνικό προσανατολισμό, χωρίς τον οποίο το σύστημα θα κερδίζει μάχες ανασύνταξης δια μέσου κοινωνικών περιπετειών.

Το μετεκλογικό τοπίο

Στο μετεκλογικο τοπίο, η εκρηκτική αστάθεια θα συνεχιστεί και θα ενταθεί, με τις εκλογές να έχουν προσφέρει οριακή μόνον όσο κι ασταθή κοινωνική νομιμοποίηση-ανοχή στη νέα κυβέρνηση και την πολιτική που θα ασκήσει, όχι μακρυά απ' την άτυπη που έχει παραχωρηθεί στον Παπαδήμο.  Οπωσδήποτε ένα μέρος των «αντιμνημονιακών» διαθέσεων που κυριαρχούν γεννά παράλληλα κάποιες πιο «ψύχραιμες-προγραμματικές διαθέσεις» διχάζοντας την κοινωνία περίπου στο 50-50.  Με την οργή ωστόσο να επιμένει πάνω απ' το διχασμό αυτό όπως θα επιμένει και η βιοτική κατιούσα, η κατάσταση θα παραμένει έτοιμη να εκτραπεί σε εκρηκτικές κατευθύνσεις.  Στο κλίμα αυτό, αλλά και στα ειδικότερα δεδομένα των εκλογικών αποτελεσμάτων,  θα επιχειρηθεί η ανασύνταξη του πολιτικού συστήματος με ανοιχτό όσο και δύσκολο το στοίχημα της μετεξέλιξής του.

Μ' ολη τη ρευστότητα, συνεκτιμώντας τα δημοσκοπικά κι άλλα πολιτικά στοιχεία, μπορούμε να θεωρήσουμε πιθανό ένα εκλογικό αποτέλεσμα που θα δώσει μια  ~ 9κομματική βουλή, με τη ΝΔ να προηγείται του ΠΑΣΟΚ και κοινό τους άθροισμα στο ~ 40%, την τρικομματική αριστερά κοντά στο ~ 30%, την τρικομματική δεξιά στο ~ 15%, τους Οικολόγους στο ~ 4% και τα εκτός βουλής κόμματα+λευκά στο ~ 10%.   Ένα τέτοιο αποτέλεσμα  δίνει ~ 110 εδρες στη  ΝΔ, ~ 50 στο ΠΑΣΟΚ, ~ 80 στην Αριστερά, ~ 40 στη Δεξιά & ~ 10 στους Οικολόγους.  Εχουμε έτσι τη ΝΔ μακρυά απ' την αυτοδυναμία και το ΠΑΣΟΚ σε καθίζηση αλλά παράλληλα έχουμε την αθροιστική αυτοδυναμία τους  η οποία με ~ 160 έδρες είναι επαρκής, πάντα στο πλαίσιο της γενικότερης αστάθειας.  Επίσης μια τέτοια κατανομή των εδρών δεν επιτρέπει σχηματισμό κανενός είδους κυβέρνησης χωρίς τη συμμετοχή της ΝΔ, πλήν αυτής με συνεργασία σχεδόν όλων των άλλων απ' το ένα άκρο ως το άλλο, πράγμα πρακτικώς απίθανο.  Εξασφαλίζει όμως ισχυρότατη παρουσία στη Αριστερά αλλά και στη Δεξιά που ουσιαστικά αναγορεύονται σε δίδυμο αξιωματικής αντιπολίτευσης, με τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Καμένο να διεκδικούν απ' το ΚΚΕ τη συμβολική θέση του 3ου κόμματος.  Οσο για τις επαναληπτικές εκλογές, προβλεπόμενων ομοίως άγονων ως προς την αυτοδυναμία της ΝΔ, δεν φαίνονται πιθανές παρά τις δηλώσεις Σαμαρά, εκτός απ' την περίπτωση μη αθροιστικής αυτοδυναμίας των 2 (αν το ποσοστό τους δεν υπερβεί το 36%, πράγμα όχι τελείως απίθανο), μια περίπτωση «χάους κι ακυβερνησίας» κατά τον Βενιζέλο αλλά και κατά τις τροϊκανές δημόσιες ανησυχίες και παρεμβάσεις.   Ετσι είναι μάλλον αναπόφευκτη η σύμπραξη ΝΔ-ΠΑΣΟΚ είτε υπό τον Σαμαρά είτε σε κυβέρνηση ως η σημερινή, η οποία και θα αναλάβει τη λήψη των νέων καλοκαιρινών μέτρων πέραν των τωρινών υποχρεώσεων.

Η συμπραξη ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, κι οπωσδήποτε η έντονη-δίπλευρη αντιμνημονιακή αντιπολίτευση αλλά και η γενικότερη κοινωνικοπολιτική αστάθεια προβάλλουν ως βασικά στοιχεία στο μετεκλογικό τοπίο.  Στο ίδιο τοπίο η συστημική μάχη ανασύνταξης-επιβίωσης θα συνεχιστεί με επιχειρήσεις εξωραϊσμού αλλά κι ανασυνθέσεων του κομματικού τοπίου υπό την απειλή κοινωνικής έκρηξης κι αρνητικών εξελίξεων στην ευρωπορεία της χώρας.  Κάτω από ισχυρή πίεση στις συνθήκες αυτές θα βρεθεί ιδιαίτερα το ΠΑΣΟΚ με κίνδυνο ως και διάλυσης την ίδια στιγμή που είναι αναγκαίο στο σύστημα και στο μείζον τμήμα της μεσαίας τάξης που θα κάνουν ό,τι καλύτερο μπορούν για τη διασωσή του.  Κάτω από ισχυρή πίεση όμως θα βρεθεί  και η αριστερά που θα υποχρεωθεί σε αναθεωρήσεις περί τα (αντι)ευρωπαϊκά και την στάσιμα αποδομητική πολιτική της, σε ορισμένα τουλάχιστον τμήματά της.  Είναι έτσι πιθανό η ανασύνθεση του κομματικού τοπίου να κινηθεί ακόμα και τους επόμενους μήνες πέρα απ' τους ηγετικούς σχεδιασμούς πιέζοντας τα όρια της τωρινής πολιτικής γεωγραφίας κι αφήνοντας ανοιχτό το πολιτικό σύστημα σε βήματα απαλλοτριώσεων ανάλογων και με την πρόοδο των κοινωνικών προσανατολισμών.

Τελος, οι γενικότερες ευρωπαϊκές εξελίξεις συνδέονται αμφίδρομα με τις εξελίξεις και στην Ελλάδα.  Πιθανές μεταβολές εδώ όπως  η διαδοχή του Σαρκοζί απ' τον Ολάντ ή η ενίσχυση της γαλλικής αριστεράς του Μελανσόν, δεν θα επιδράσουν σημαντικά στην πολιτική του ευρωάξονα που έχει σταθερότερες στρατηγικές παραμέτρους.  Ωστόσο ο συνδυασμός τέτοιων μεταβολών με εκρήξεις και πιέσεις στον ευρωνότο μπορεί να λειτουργήσει οριακά υπέρ ορισμένης «χαλάρωσης και περαιτέρω στήριξης» η οποία και θα μεταθέσει απλώς χρονικά το εκρηκτικό ευρωπρόβλημα παρέχοντας κι αντίστοιχο έδαφος ασταθούς επιβίωσης στο σύστημα αλλά και ειδικότερα στα συστημικά άκρα των επί μέρους χωρών.  Η πανευρωπαϊκή κοινωνική ανάταξη σε κάθε περίπτωση θα παραμένει κεντρικό και κρίσιμο ζήτημα με τις δυσκολίες μιας συντεταγμένης διεξόδου να συναντούν τις υποκειμενικές ανεπάρκειες που έχει και η Ελλάδα.  Η ευρωπαϊκή κρίση έτσι θα συνεχίζεται εν μέσω υφέσεων κι εξάρσεων, αναζητώντας απαντήσεις στις ανεπάρκειες αυτές (μαζί και πειραματικούς δρόμους, όπως απ' την Ελλάδα), ανοιχτή και στους κινδύνους μιας διαλυτικής ή και πιο καταστροφικής περιπέτειας που κάποιοι θεωρούν ότι θα αποτελέσει την μεσσιανική επανάσταση.

Δ.Τ. -   19 / 4 / 12


0 Σχόλια

Δεν υπάρχουν σχόλια.

Υποβολή σχολίου
Δεν θα δημοσιευθεί

Ειδοποίησέ με μέσω e-mail σε απαντήσεις
Συλλαβισμός Συλλαβισμός

Tsipras-01

Κείμενα του ιδίου :

Πρόσφατες δημοσιεύσεις

γιά τήν σύνδεση στο Forum...





Αρχή σελίδας